Ιησούς
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ιησούς | ||
γενική | του | Ιησού | ||
αιτιατική | τον | Ιησού | ||
κλητική | Ιησού | |||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ιησούς < ελληνιστική κοινή Ἰησοῦς, με απώτερη αρχή την αρχαία εβραϊκή ישוע
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ιησούς αρσενικό
- το εξελληνισμένο εβραϊκό ανδρικό όνομα με το οποίο φέρεται
- (χριστιανισμός) ο Ιησούς Χριστός στη διδασκαλία του χριστιανισμού κατά την Καινή Διαθήκη και
- (θρησκεία) ο Ιησούς του Ναυή στη διδασκαλία του ιουδαϊσμού, κατά την Παλαιά Διαθήκη.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ιησούς
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - ονόματα από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - ονόματα από τα αραμαϊκά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - ονόματα από τα αρχαία εβραϊκά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Χριστιανισμός (νέα ελληνικά)
- Θρησκεία (νέα ελληνικά)
- Βιβλικά ονόματα (ελληνικά)
- Ουσιαστικά ιδιόκλιτα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)