geler
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- geler < (κληρονομημένο) παλαιά γαλλική geler < λατινική gelare, απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος gelo < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *gel- (κρύος)
Προφορά
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]geler (fr)