step-
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Πρόθημα
[επεξεργασία]step- (en)
- ετεροθαλής, που είναι συγγενής ως αποτέλεσμα ενός γονέα να παντρευτεί ξανά
- ⮡ the stepchild - το προγόνι
- ⮡ the stepson - ο προγονός
- ⮡ the stepdaughter - η προγονή
- ⮡ the stepbrother - ο ετεροθαλής αδελφός
- ⮡ the stepsister - η ετεροθαλής αδελφή
- ⮡ the stepfather - ο πατριός
- ⮡ the stepmother - η μητριά