vainqueur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
vainqueur | vainqueurs |
vainqueur (fr) αρσενικό
- ο νικητής
ενικός | πληθυντικός |
vainqueur | vainqueurs |
vainqueur (fr) αρσενικό